- Χαλδαικῇ
- ΧαλδαικόςChaldaeanfem dat sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Χαλδαική — Χαλδαικός Chaldaean fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χαλδαϊκός — ή, ό / χαλδαΐκός, ή, όν, ΝΜΑ [Χαλδαῑος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Χαλδαίους ή στη χώρα τους 2. φρ. «Χαλδαϊκή Εκκλησία» εκκλ. τμήμα τής Νεστοριανής Εκκλησίας, που είχε σημαντική παρουσία στη Μεσοποταμία και στην Περσία από τον 5ο… … Dictionary of Greek
Theosophy (history of philosophy) — Theosophy (Greek: θεοσοφία theosophia knowledge of things divine , literally god wisdom ), designates several bodies of ideas since Late Antiquity. The Greek term is attested on magical papyri (PMag. Leid. W.6.17: ἡ ἄγαν θεοσοφία).NeoplatonismThe … Wikipedia
αστρολογία — Παρατήρηση των άστρων για την πρόβλεψη του μέλλοντος, σύμφωνα με την πίστη ότι αυτά το καθορίζουν. Η α. γεννήθηκε στη Μεσοποταμία τη 2η χιλιετία π.Χ. ως θρησκευτική τέχνη, ένας τρόπος να έρθει κανείς σε επαφή με τους θεούς που ταυτίζονται με τα… … Dictionary of Greek
γνωστικισμός — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται ένα σύνολο θεωριών και αιρέσεων της ελληνιστικής και της ρωμαϊκής εποχής (2ος και 3ος αι. μ.Χ.). Οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι των σχολών αυτών ήταν ο Σίμων ο Μάγος, ο Καρποκράτης, ο Βαλεντίνος και ο Βασιλείδης. Οι … Dictionary of Greek
Αγάδη ή Αγάνη — Όνομα με το οποίο αναφέρεται σε σφηνοειδείς βαβυλωνιακές επιγραφές το ένα από τα δύο τμήματα στα οποία χωριζόταν από διώρυγα η αρχαία χαλδαϊκή πόλη Σαππάο Ακάδι. Ένας από τους πρώτους της βασιλιάδες ήταν o Ζαγούμ, ο οποίος βασίλεψε το 3000 π.Χ.,… … Dictionary of Greek
Βαβυλώνα — (Μπαμπ ίλι ασσυρο βαβυλωνιακά, Κα ντιγκίρρα [πύλη του Θεού] σουμερικά, Βαβέλ εβραϊκά). Πρωτεύουσα της αρχαίας Βαβυλωνίας. Τα ερείπιά της βρίσκονται κοντά στη σημερινή πόλη Αλ Χίλα (268.834 κάτ.), πρωτεύουσα της επαρχίας Μπαμπίλ (Βαβυλώνα) (5.603… … Dictionary of Greek
Ιουστινιάνες — (Giustiniani). Επώνυμο λογίων και αξιωματούχων από τη Βενετία και τη Γένοβα. 1. Άγγελος (Χίος 1520 – Γένοβα 1599). Θεολόγος. Πήρε μέρος σε διάφορες εκκλησιαστικές συνόδους του 16ου αι., στις οποίες διακρίθηκε για τη ρητορική του δεινότητα και την … Dictionary of Greek
Οάννης — Ζώο με λογικό, θεότητα της χαλδαϊκής κοσμογενίας. Είχε σώμα ψαριού και κεφάλι και πόδια ανθρώπου. Μιλούσε επίσης σαν άνθρωπος και ζούσε χωρίς να τρέφεται. Το ζώο αυτό δίδαξε στους ανθρώπους τις επιστήμες και τις τέχνες, τους έμαθε τους κανόνες… … Dictionary of Greek